ArabicLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Скулптура / Γλυπτική - Λεξικό
скулптура
γλυπτική
резба
σκάλισμα
статуа
άγαλμα
мермер
μάρμαρο
бронза
μπρούντζος
глина
πηλός
моделирање
πρίπλασμα
фигурина
αγαλμάτιο
споменик
μνημείο
инсталација
εγκατάσταση
склопување
συνάθροιση
олеснување
ανακούφιση
гипс
γύψος
длетање
σμίλεμα
калапи
γείσο
апстрактен
περίληψη
форма
μορφή
текстура
υφή
скала
κλίμακα
пропорција
ποσοστό
пиедестал
βάθρο
леарница
χυτήριο
изложба
έκθεμα
студио
στούντιο
израз
έκφραση
резбар
χαράκτης
работилница
συνεργείο
бронзирање
μπρονζέ
кастинг
χύσιμο
удирање со чекан
σφυροκόπημα
алатка
εργαλείο
патина
οξείδωση χαλκού
монументален
μνημειώδης
апстрахиран
αφηρημένος
волуметриски
ογκομετρικοό
композиција
σύνθεση
специфично за локацијата
συγκεκριμένο για την τοποθεσία
ефемерен
εφήμερος
кинетички
κινητικός
мозаик
μωσαϊκό
релјефна скулптура
ανάγλυφο γλυπτό
самостојно стоечки
ανεξάρτητος
длето
σμίλη
нож за сечење
μαχαίρι κρέατος
скулптор
γλύπτης
естетски
αισθητικός
иконски
εμβληματικός
симболика
συμβολισμός
текстурален
υφής
патинирање
πατινάρισμα