arabiclib.com logo ArabicLib el ΕΛΛΗΝΙΚΆ

Smoking → Κάπνισμα: Λεξικό

addiction
εθισμός
ash
φλαμουριά
ash tray
δίσκος στάχτης
chain smoker
αυτός που καπνίζει σαν φουγάρο
cigarette butt
αποτσίγαρο
filter
φίλτρο
heavy smoker
βαρύς καπνιστής
legal age
νόμιμη ηλικία
light smoker
ελαφρύς καπνιστής
lung cancer
καρκίνος του πνεύμονα
nicotine
νικοτίνη
non-smoker
μη καπνιστής
non-smoking section
τμήμα μη καπνιστών
package
πακέτο
passive smoke
παθητικός καπνός
smoke
καπνός
smoker
καπνιστής
smoking section
τμήμα καπνίσματος
tar
πίσσα
tax
φόρος
vending machine
μηχάνημα αυτόματης πώλησης