ArabicLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Ψάρι / 魚 - Λεξικό
ψάρι
魚
σολομός
鮭
πεστρόφα
マス
γάδος
タラ
τόνος
マグロ
μπάσσο
ベース
κυπρίνος
鯉
ρέγγα
ニシン
χέλι
うなぎ
καρχαρίας
サメ
σκουμπρί
サバ
μόνος
唯一
γαύρος
アンチョビ
βραγχίο υχθύος
鰓
Ζυγός
スケール
πτερύγια
ひれ
βράγχια
鰓
υδάτινος
水生
ωοτοκία
産卵
δόλωμα
餌, ベイトキャスティング
δέλεαρ
ルアー
ψαράς
釣り人
αλιεία
釣り
άγκιστρο
フック
καθαρά
ネット
ράβδος
ロッド
γραμμή
ライン
σύλληψη
キャッチ
γλυκού νερού
淡水
αλατόνερο
塩水
ύφαλος
リーフ
δολωματικό ψάρι
餌となる魚
σχολείο
学校
μπακαλάος
タラ
φαιοφύκη
昆布
μαρίδα
稚魚
αυγά ψαριών
スポーン
είδος
種
ανυψωτήρ
取り組む
στόλος
艦隊
πεσκαντρίτσα
アンコウ
πλευρονήκτης
ヒラメ
αρπάζων
鯛
σφυρίδα
ハタ
ψάθινη κούνια
ベビーベッド
χαβιάρι
キャビア
φιλέτο
フィレ
ενυδρείο
水族館
είδος μεγάλου ψαριού
マーリン