ArabicLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Μονόχρωμος / Monocromático - Λεξικό
μονόχρωμος
monocromático
μαύρος
preto
λευκό
branco
κλίμακα του γκρι
escala de cinza
αντίθεση
contraste
σκιά
sombra
τόνος
tom
κλίση
gradiente
φως
luz
σκοτάδι
escuro
απόχρωση
matiz
φίλτρο
filtro
καστανόχρους
sépia
βινιέτα
vinheta
μινιμαλιστικός
minimalista
σιλουέτα
silhueta
αντιπαραβλητικός
contrastivo
περίγραμμα
contorno
πρότυπο
padrão
υφή
textura
σύνθεση
composição
φωτογραφία
fotografia
καλλιτεχνικός
artístico
σαφήνεια
clareza
ελάχιστος
mínimo
τολμηρός
audacioso
ουδέτερος
neutro
απλότητα
simplicidade
δραματικός
dramático
κλασσικός
clássico
κομψός
elegante
σοδειά
vintage
αιώνιος
intemporal
τόλμη
ousadia
συμβολισμός
simbolismo
έμφαση
ênfase
εστία
foco
γραμμή
linha
γραφικός
gráfico
μονότονη ομιλία
monótono
ψηφιακό
digital
περίληψη
resumo
ισορροπία
equilíbrio
συμμετρία
simetria
έκθεση
exposição