ArabicLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Κτηνοτροφία / Сточарство и сточарство - Λεξικό
βοοειδή
говеда
πρόβατα
овца
κατσίκα
коза
χοίρος
свиња
κοτόπουλο
пилешко
άλογο
коњ
σιταποθήκη
штала
βοσκή
пасиште
ζωοτροφή
храна
γαλακτοκομείο
млечни производи
ανατροφή
размножување
αγέλη
стадо
ζώα
добиток
εκκολαπτήριο ιχθύων
инкубатор
απογαλακτισμός
одвикнување
βόσκηση
пасе
κοπριά
ѓубриво
κτηνιατρικός
ветеринарна
οπλή
копито
χωλότητα
куцање
επώαση
инкубација
μηρυκαστικό ζώο
преживар
αναβάλλω
тезга
καταφύγιο
засолниште
άρμεγμα
молзење
πρωτόγαλα
колострум
εκτροφείο
фарма за добиток
μάντρα
пасишта
αποπαρασίτωση
дехелминтизација
θρέψη
исхрана
ευνουχισμός
кастрација
ποδόλουτρο
бања за нозе
γενεαλογικό βιβλίο
стадокниг
φύλακας ζώων
чувар на добиток
τεχνητή γονιμοποίηση
вештачко оплодување
κούρεμα
стрижење
branding
брендирање
βρέξιμο
натопување
περίφραξη
заграден простор
ευνουχιστής
кастратор
καμπάνα αγελάδας
кравјо ѕвонче
ορισμός
наменски
πάχυνση
гоење
αγορά ζώων
добиточен пазар
φρέσκο χορτάρι
силажа
κτηνοτρόφος
сточар
θηλή μαστού
цуцла
απογαλακτίζων
одвикнувачот
κρόκος
жолчка
ινδικός βούς
зебу