ArabicLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Είδη υπόδησης / Обувки - Λεξικό
παπούτσι
чевла, елегантна чевла
ύπουλος
патика
μπότα
чизма
αργόσχολος
мокасини
φτέρνα
пета
σανδάλι
сандала
σαγιονάρα
флип-флоп, флип флоп
στήριγμα
копачка
μπότα αστραγάλου
чизмичка за глужд
προπονητής
тренер
Οξφόρδη
Оксфорд
είδος φιδιού
мокасин
σφήνα
клин
εσπαντρίγιες
еспадрила, еспадрили
τσούκα
чука
πλατφόρμα
платформа
καπέλο ημίψηλο
дерби
αντλία
пумпа
βουλώνω
кломпа
παντόφλα
влечка
παπούτσι του δικαστηρίου
дворски чевли
Μαίρη Τζέιν
Мери Џејн
ιρλανδική προφορά
брог
ψηλή κορυφή
висок врв
διαφάνειες
слајдови
μπότες πλατφόρμας
чизми со платформа
μπότα πεζοπορίας
планинарски чевли
μπότα του σκι
скијачка чизма
παπούτσι για βάρκα
чамски чевли
μπότα βροχής
чизми за дожд
παπούτσι αναρρίχησης
патика за качување
φλιπφλοπ
флипфлоп
μπότα χιονιού
снежна чизмичка
Γουέλινγκτον
Велингтон
αθλητικά παπούτσια γηπέδου
дворски патики
σανδάλια πλατφόρμας
сандали на платформа
μπαλέτο
балетска платформа
δρομέας
џогер
μπότα μάχης
борбена чизма
παπούτσι του σκι
скијачки чевли
παπούτσι γκολφ
голф патика
ποδηλατικό παπούτσι
велосипедски чевли
ελλειπτικό γυμναστή
крос-тренажер
παπούτσι οδήγησης
возење чевли
slip-on
лизгање